Sarah Winchester, Phantom Opera
Μπερτράν Μπονελό, Γαλλία, 2016, 24'
Ο Μπερτράν Μπονελό, ένας γητευτής των νυχτόβιων genii loci και πλοηγός του κόσμου των σκιών του παρελθόντος και του μέλλοντος, ανταποκρίθηκε σε μια πρόσκληση της Όπερας του Παρισιού με ένα κινηματογραφικό νεύμα που περιέχει τη μεταφυσική του χώρου και των «νεκρών» χρόνων, ενώ ξορκίζει την κατάρα ενός θρύλου: της Σάρα Ουίντσεστερ, χήρας του κληρονόμου της ομώνυμης εταιρείας κατασκευής όπλων που έδωσε στον κόσμο την πρώτη καραμπίνα ρίψης κατά ριπάς για να τη δοκιμάσει στον Αμερικανικό Εμφύλιο και στην καθυπόταξη των αυτόχθονων πληθυσμών. Σύμφωνα με την ιστορία, όταν η Σάρα έχασε το παιδί της από μια εκφυλιστική νόσο και τον άντρα της από φυματίωση, επισκέφτηκε ένα μέντιουμ που τη συμβούλευσε να χτίσει ένα σπίτι για να στεγάσει τα πνεύματα των αγαπημένων της – ένα σχέδιο στο οποίο αφιέρωσε όλη την περιουσία της, αλλά και τη ζωή της, αφού πέθανε τη μέρα που μπήκε το τελευταίο λιθαράκι. Σύμφωνα με την ιστορία του Μπονελό, το σινεμά και οι παραστατικές τέχνες δεν προσφέρουν παρά πρόβες εξοικείωσης με την αρχιτεκτονική του ανεκπλήρωτου, μια αποσπασματική γνωριμία με τις ψυχές που μας παρακολουθούν πίσω από την αυλαία, ακόμα κι όταν αυτή πέσει οριστικά.
Bertrand Bonello, France, 2016, 24'
Bertrand Bonello – charmer of nocturnal genii loci and helmer of the shadowy realms of past and future – responded to a commission from the Opéra National de Paris with a cinematic flourish that embraces the metaphysics of space and of dead time while exorcising the curse of a legendary figure: Sarah Winchester, widow of the heir to the firearm manufacturing company of the same surname that gave the world the first repeating rifle, put to the test during the American Civil War and the subjugation of indigenous populations. The story goes that when Sarah lost her child to a wasting disease and her husband to tuberculosis, she visited a medium who instructed her to build a home to house the spirits of her loved ones – a plan to which she sacrificed all her resources, and her own life too, since she died the day the final brick was set in place. According to Bonello’s story, cinema and the performing arts have nothing to offer but rehearsals that give an insight into the architecture of unfulfillment, and an intermittent connection to the souls that watch us from behind the curtain, even after its final fall.
Rouge
Στάνλεϊ Κουάν, Χονγκ Κονγκ, 1987, 97'
Η Φλερ, μια εταίρα, ερωτεύεται τον πλούσιο κληρονόμο Τσεν Μπονγκ εν μέσω της –εμποτισμένης με όπιο– ευωχίας της δεκαετίας του '30 στο Χονγκ Κονγκ. Έχοντας απορριφθεί από τους γονείς του, που αποδοκιμάζουν τη σχέση τους, οι εραστές σχεδιάζουν ν’ αυτοκτονήσουν μαζί προκειμένου να ενωθούν ξανά στη μετά θάνατον ζωή. Πολυβραβευμένο και εκθειασμένο απ’ την παγκόσμια κριτική, το θαυμάσιο φιλμ του Στάνλεϊ Κουάν (βασισμένο στην ομότιτλη νουβέλα της συγγραφέα Λίλιαν Λι) εμπνέεται από το κλασικό θέμα του ρομαντισμού (σύμφωνα με το οποίο ο τρελός έρωτας δεν χωράει στα μέτρα της πραγματικότητας και νομοτελειακά δραπετεύει από τους περιορισμούς της ζωής μέσω του θανάτου), για να το ανατρέψει με τον πιο ευφάνταστο, ευρηματικό και κινηματογραφικά πρωτότυπο τρόπο. Συνδυάζοντας τον μύθο, το χιτσκοκικό σασπένς, την παθιασμένη σινεφιλία κι ένα εξαιρετικά εύστοχο σχόλιο για τους τρόπους με τους οποίους ο μεταμοντέρνος πραγματισμός στειρώνει τα πάθη, το Rouge, 36 χρόνια μετά την πρώτη προβολή του, εξακολουθεί να ασκεί μια ακαταμάχητη σαγήνη.
Stanley Kwan, Hong Kong, 1987, 97'
Fleur, a courtesan, falls in love with the wealthy heir Chan Chen-Pang amid the opium-fuelled high life of 1930s Hong Kong. Rejected by his parents, who disapprove of their relationship, the lovers make a suicide pact, killing themselves to be together once more in the afterlife. Multi-award winning and celebrated by critics worldwide, this exquisite film by Stanley Kwan (based on the novella of the same title by the novelist Lilian Lee) is inspired by that classic theme of romanticism (by which mad infatuation cannot be contained within the bounds of reality, fatalistically escaping the limits of life through death) but goes on to upend it in a most imaginative, inventive, and cinematically singular way. Combining myth, Hitchcockian suspense, and ardent cinephilia with an exceptionally pertinent commentary on the ways in which postmodern pragmatism neuters the passions, Rouge – a full 36 years after it first screened – still exerts an irresistible allure.