Η Creatists παρουσιάζει από 13 Μαρτίου 2020 κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00 στο Μπάγκειον τους «Πιστωτές», μια ανατρεπτική παράσταση, σε διασκευή και σκηνοθεσία Χρήστου Προσύλη, βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Αυγούστου Στρίντμπεργκ.
Με μία ανατρεπτική διασκευή, όπου η δράση μεταφέρεται στη σύγχρονη εποχή, η «τραγικοκωμωδία» αυτή, περιγράφει τη σύγκρουση ανάμεσα σε ένα παντρεμένο ζευγάρι και την πρώην συζυγική σχέση της ηρωίδας. Οι ήρωες κινούνται με αδυσώπητη μανία σε ένα ιδιαίτερο ψυχολογικό παιχνίδι κυριαρχίας, που ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια της ερωτικής σχέσης, και γίνεται βαθιά υπαρξιακό.
Το ιδιαίτερο στοιχείο σε αυτή την προσαρμογή, είναι ότι το ρόλο του πρώην συζύγου, τον αντικαθιστά πάνω στο ίδιο μοτίβο, στον ίδιο μύθο, ο ίδιος ρόλος όχι ως άντρας, αλλά ως γυναίκα σύζυγος. Η προσέγγιση αυτή μεταφέρει έτσι τη σύγκρουση σε άλλο επίπεδο. Από σύγκρουση ανάμεσα σε ένα συνηθισμένο παντρεμένο ανδρόγυνο ζευγάρι και τον πρώην σύζυγο, στη σύγκρουση ανάμεσα σε ένα συνηθισμένο παντρεμένο ανδρόγυνο ζευγάρι και την πρώην σύζυγο από μία προηγούμενη σχέση δύο γυναικών παντρεμένων μεταξύ τους.
Σκηνοθετικό – Συγγραφικό Σημείωμα:
Οι "Πιστωτές" (1889) είναι ένα ιδιαίτερο μονόπρακτο θεατρικό έργο, «τραγικοκωμωδία» όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, που ασχολείται με την ιδιότυπη ερωτική σχέση, ανάμεσα σε ένα παντρεμένο ζευγάρι και τον πρώην σύζυγο της ηρωίδας με το όνομα Τέκλα. Η Τέκλα είναι συγγραφέας, και ο σύζυγός της ο Άντολφ, είναι εικαστικός καλλιτέχνης. Στο έργο του Στρίντμπεργκ, το τρίτο πρόσωπο είναι ο Γκούσταβ, ο πρώην σύζυγος, ένας καθηγητής γυμνασίου.
Το ιδιαίτερο στοιχείο στην εν λόγω προσαρμογή, είναι ότι το ρόλο του πρώην συζύγου Γκούσταβ, τον αντικαθιστά πάνω στο ίδιο μοτίβο, στο ίδιο κείμενο, ο ίδιος ρόλος όχι ως άντρας, αλλά ως γυναίκα σύζυγος, την οποία ονομάσαμε Αμάντα. Η προσέγγιση αυτή μεταφέρει έτσι τη σύγκρουση σε άλλο επίπεδο: από σύγκρουση ανάμεσα σε ένα συνηθισμένο παντρεμένο ανδρόγυνο ζευγάρι και τον πρώην σύζυγο, στη σύγκρουση ανάμεσα σε ένα συνηθισμένο παντρεμένο ανδρόγυνο ζευγάρι και την πρώην σύζυγο από μία προηγούμενη σχέση δύο γυναικών παντρεμένων μεταξύ τους.
Η υπαρξιακή αυτή δυναμική του ίδιου του έργου, και μάλιστα όπως τροποποιείται με τη διασκευή αυτή, υπογραμμίζει περίτρανα την ουσία: η αγάπη και το ερωτικό πάθος είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Έχουν τη δική τους ανεξάρτητη εξέλιξη μέσα στην ερωτική σχέση, πέρα από το αν αυτή η σχέση είναι ετεροφυλική ή ομοφυλοφιλική, πέρα από φύλο, ηλικία, εμπειρία, μορφωτικό επίπεδο, κοινωνία, πολιτισμό. Η αγάπη είναι δοτική, ανιδιοτελής, ολοκληρωτική, εξαγνιστική. Το ερωτικό πάθος, μόλις ξεφύγει από τα ανεκτά επίπεδα που η προσωπικότητα του ατόμου και η ιδιομορφία της κάθε σχέσης αντέχει, τροφοδοτεί το άτομο με εγωισμό, σκληρότητα, υπαρξιακή μοναξιά, κακία, κτητικότητα, ζήλια.
Το έργο κινείται γύρω από μία σκληρή πάλη ψυχών, σε μια προσπάθεια να υποδουλώσει η μία την άλλη. Οι ήρωες κινούνται με αδυσώπητη μανία σε ένα ιδιαίτερο ψυχολογικό παιχνίδι κυριαρχίας, που ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια της ερωτικής σχέσης, και γίνεται βαθιά υπαρξιακό. Το ψυχολογικό παιχνίδι βαθαίνει, το ίδιο και η σκληρότητα, όπως και οι ισορροπίες ανάμεσα στο τραγικό στοιχείο και την κωμωδία. Άλλωστε ακριβώς σε αυτή την ισορροπία και τη σκληρότητα βασίζεται και το πρωτότυπο έργο εξ αρχής. Στη δική μας προσέγγιση, το έργο ισορροπεί επιπλέον ανάμεσα στον ποιητικό ρεαλισμό και το σουρεαλισμό, φέρνοντας τη δράση στη σύγχρονη εποχή. Η διασκευή αυτή παρουσιάζεται για πρώτη φορά πάνω στη σκηνή.
Πιο επίκαιρο από ποτέ, το έργο ανοίγει διάπλατα τη θύρα, για να δούμε αυτό που συμβαίνει σήμερα: σαν άτεγκτοι πιστωτές, μόλις ξεπεράσουμε τα όρια της αγάπης και του ιδανικού ηδονιστικού ερωτικού πάθους, δανείζουμε υπαρξιακό χρήμα, με βάση το οποίο το εγώ του ή της συντρόφου τροφοδοτείται. Το εγώ, που βασίζεται στο φαίνεσθαι των πραγμάτων, το ευκαιριακό, το ματαιόδοξο. Έτσι επιχειρούμε να αποκτήσουμε έλεγχο, εξουσία στο εγώ του άλλου. Και στη δεδομένη ώρα επιστρέφουμε σαν τους πιστωτές. Θέλουμε το χρήμα πίσω με τόκο. Κι αν δεν το έχουμε, καταστρέφουμε ή σκοτώνουμε τον δανειζόμενο. Άλλοτε αργά και βασανιστικά. Άλλοτε με την εκποίηση της αγάπης. Γιατί στο τέλος της μέρας, δυστυχώς, η αγάπη είναι και το μόνο πολύτιμο, που μπορούμε να κατάσχουμε. Βαθιά πεσιμιστικό στοιχείο: ότι δυστυχώς συμβαίνει. Βαθιά οπτιμιστικό στοιχείο: ότι ευτυχώς το αντιλαμβανόμαστε συχνά και μπορούμε να το διορθώσουμε, αν έχουμε μια ελάχιστη έστω διάθεση να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Και κυρίως: να αγαπήσουμε βαθιά.
Χρήστος Προσύλης