Η παράσταση cheVron fold, σύμπραξη του ΤΕΤΤΤΙΞ με την Ελένη Χούμου, είναι μια immersive εμπειρία που συνδυάζει σύγχρονη μουσική και φωτισμό. Το κοινό «εισχωρεί» σ’ ένα προοπτικό σκηνικό που σχηματίζεται από κάθετες, ημιδιάφανες επιφάνειες και παραπέμπει στις γωνιώδεις πτυχές σχήματος V (chevron folds). Αφήνεται να ερμηνεύσει τα αφηρημένα ερεθίσματα του ήχου και του φωτός με τον δικό του τρόπο. Άλλοτε βλέπει φιγούρες ανθρώπων και αντικειμένων ή φωτεινές πηγές, κίνηση ή στάση, κι άλλοτε το φως τα κρύβει εντελώς. Οι μουσικοί αλλάζουν θέσεις, πλευρές, πλησιάζουν ή απομακρύνονται, και ο ήχος, ενισχυμένος ή μη, αλλάζει διαρκώς την αντίληψη του χώρου.
Το πρόγραμμα περιλαμβάνει δύο έργα που παίζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα και τρία ελληνικά έργα-αναθέσεις του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου ειδικά για την παράσταση. Το «Stirrings Still ΙΙ» (2008) της Rebecca Saunders, ένας εσωτερικός μονόλογος εμπνευσμένος από το τελευταίο πεζό του Samuel Beckett, εστιάζει στη σχέση κίνησης και ακινησίας. Στο «Standing» (1973) του Jo Kondo μπαίνει σε λειτουργία ένας λεπτεπίλεπτος «κινητήρας» που παράγει διαρκώς ψηλές νότες. Στο «Translucencies» του Μιχάλη Παρασκάκη η μικροφωνική ενίσχυση των οργάνων μετατρέπεται από απλό βοήθημα σε «υπερ-όργανο». Στο «Και τότε τον είδε» ο Νίκος Ιωακείμ μελοποιεί τη συνάντηση Έκτορα και Ανδρομάχης από τη ραψωδία Ζ της Ιλιάδας: οι τραγουδιστές, σαν υπνωτισμένοι, αναζητούν ο ένας τον άλλο μέσα στο σκηνικό. Στο «Κρύψου πίσω από την κουρτίνα» της Ελένης Ράλλη, οι μουσικοί, που δεν είναι ορατοί μεταξύ τους αλλά ούτε από το κοινό, καλούνται να αλληλεπιδράσουν ενώ οι ισορροπίες αλλάζουν συνεχώς.
Ο ΤΕΤΤΤΙΞ (με τρία ταυ) ξεκίνησε το 2017, με πρωτοβουλία του Μιχάλη Παρασκάκη, από μια ομάδα νέων μουσικών που τους ενώνουν η αγάπη για τη σύγχρονη μουσική και η πολυετής τους γνωριμία και συνεργασία. Ο ΤΕΤΤΤΙΞ χαρακτηρίζεται από έναν ιδιαίτερο συνδυασμό οργάνων, που αποκλίνει από τους καθιερωμένους σχηματισμούς. Σκοπεύει στη δημιουργία νέου ρεπερτορίου μέσα από συνεργασίες με συνθέτες από την Ελλάδα και όλο τον κόσμο, αλλά και στην ανάδειξη έργων του 20ού αιώνα. Παράλληλα, φλερτάρει με τον αυτοσχεδιασμό και άλλα είδη μουσικής (ποπ, ροκ, ρεμπέτικα, ηλεκτρονική, τζαζ, παραδοσιακή) ενώ αντιμετωπίζει τις παραστάσεις του ως ενιαία θεάματα επιδιώκοντας συνεργασίες με καλλιτέχνες από άλλους χώρους.