Στον θεατρικό μονόλογο ξεδιπλώνονται ανάγλυφα η ξεχωριστή θέση και ο ρόλος των μουσικών ανάμεσα στους μάγκες, η τελετουργία του καφενείου και του τεκέ, η βιωματική σχέση με το μπουζούκι, η σημειολογία του ζεϊμπέκικου, το κυνηγητό από την αστυνομία, η λογοκρισία και οι εκτοπισμοί από τη δικτατορία του Μεταξά, ο ρόλος της δισκογραφίας, η διαφοροποίηση στην επιτέλεση του ρεμπέτικου μετά τον Πόλεμο με την αστικοποίηση και το πέρασμα στους επώνυμους δεξιοτέχνες-σταρ του τραγουδιού.
Η όλη θεατρική προσέγγιση αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στον «τελετουργικό» χαρακτήρα της επιτέλεσης του Ρεμπέτικου, με τη δομή της παράστασης και τη διαμόρφωση του σκηνικού χώρου να υποβάλλουν την ατμόσφαιρα μιας «λαϊκής Λειτουργίας», όπου «ο Ευαγγελιστής Μάρκος (Βαμβακάρης) συναντά τον Αρχάγγελο Μιχαήλ (Γενίτσαρη)»!
Τις αφηγήσεις των δύο κορυφαίων ρεμπετών ζωντανεύει επί σκηνής ο Τάκης Χρυσικάκος, που έχει και τη σκηνοθετική επιμέλεια της παράστασης.
Την ιστορική-μουσικολογική έρευνα, τα κείμενα και τη μουσική επιμέλεια υπογράφει ο Λάμπρος Λιάβας, καθηγητής εθνομουσικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος παρουσιάζει στους θεατές τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διαμόρφωσαν το κλασικό Ρεμπέτικο ως ταυτότητα και μνήμη του ελληνικού μουσικού πολιτισμού αλλά και ως μέρος της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας (με απόφαση της Ουνέσκο το 2017).
Οι προβολές της παράστασης προέρχονται (ευγενική παραχώρηση) από πίνακες του Χρήστου Μποκόρου.