Η Λούλα Αναγνωστάκη, μια από τις πιο σημαντικές και δυναμικές μορφές της νεοελληνικής δραματουργίας, γράφει στα 1982 την σπαρακτική και σπαρταριστή «Κασέτα». 40 περίπου χρόνια μετά τη θρυλική παράσταση του Κάρολου Κουν και 20 χρόνια μετά το τελευταίο ανέβασμα του στην Αθήνα, «Η Κασέτα», το ανατρεπτικό και αναρχικό έργο της Λούλας Αναγνωστάκη, επιστρέφει στη σκηνή του Θεάτρου Σταθμός. Σκηνοθετεί - στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής στο πανεπιστήμιο του Ηull με τίτλο «Η πνευματική παρακαταθήκη της Λούλας Αναγνωστάκη» - ο Μάνος Καρατζογιάννης, έχοντας στο ενεργητικό του τη μακρόχρονη εργασία του πάνω στη δραματουργία της Αναγνωστάκη (Η Κασέτα, Η Παρέλαση, Ο ήχος του όπλου, Ο Ουρανός κατακόκκινος, Σ’ εσάς που με ακούτε, Δωμάτια Μνήμης, Ενέδρες της Ζωής – Λούλα Αναγνωστάκη mixage, Στην Πόλη της Λούλας Αναγνωστάκη, Εντευκτήριο: Αφιέρωμα Λούλα Αναγνωστάκη). Την εξαιρετική διανομή απαρτίζουν ηθοποιοί της παλαιότερης αλλά και της νεότερης γενιάς.
Σημείωμα συγγραφέα
Τα πρόσωπα του έργου προέρχονται από τον οικείο γύρω μας κοινωνικό χώρο. Μετέωροι, ανάμεσα στην πρωτόγονη ύπαιθρο, απ’ όπου κατάγονται και το αφιλόξενο τοπίο της πόλης, απ’ όπου μετανάστευσαν, εντάσσονται στο μεγάλο πλήθος των Νεοελλήνων. Κάτοικοι των παρυφών της πρωτεύουσας - αλλά και ακατάπαυστα κυκλοφορώντας στο κέντρο της - προσπαθούν να επιβιώσουν με έναν σπασμωδικό και εύθραυστο ρεαλισμό. Χρησιμοποιώντας βιαστικά τα καινούργια πρότυπα, που αφειδώς, τους προσφέρονται υποχρεώνονται να υπάρξουν με «μικρές» καθημερινές πράξεις. Μέσα όμως σε αυτές τις μικρές πράξεις συμπιέζεται ένας αρχέγονος ψυχισμός, που με αμετάλλακτα τα δικά του συναισθηματικά και φυλετικά στοιχεία, εξακολουθεί να διατηρείται μέσα τους. Τότε τα πρόσωπα αισθάνονται αδικαίωτα, συνειδητοποιούν ότι δεν είναι ευτυχισμένα, χωρίς να είναι σε θέση να αντιληφθούν τα αίτια, η ζωή τους χάνεται στο τίποτα. Το πρόσωπο που έχει την κασέτα είναι το μόνο που φαίνεται να ξέρει. Με αγωνία βιώνει τον χάσιμο, την εξαφάνιση της ζωής. Αποκομμένος μέσα του από κάθε καθημερινότητα, συνειδητοποιεί την αναγκαιότητα της Μεγάλης Πράξης, που θα τον δικαιώσει σαν ύπαρξη. Πολύ μακριά από τους άλλους, περιτριγυρισμένος όμως ασφυκτικά από αυτούς, μοιάζει να είναι, από την αρχή ως το τέλος, ο πιο δυνατός και μαζί ο πιο αδύναμος. Λούλα Αναγνωστάκη
Σημείωμα Σκηνοθέτη
Αν μπορούσα να χωρέσω σε ένα έργο όλο μου τον ενθουσιασμό, την πνευματική αναζήτηση αλλά και την αγωνία μου, αυτό θα ήταν αναμφίβολα η «Κασέτα». Όχι μόνο γιατί βγήκα στο θέατρο με αυτό, μαθητής ακόμα, στο πλευρό του δασκάλου μου Γιώργου Αρμένη, αλλά γιατί τότε γνώρισα για πρώτη φορά τη Λούλα Αναγνωστάκη, η οποία καθόρισε τον τρόπο που σκέφτομαι από τα πρώτα μου ήδη βήματα ως ηθοποιός και αργότερα ως σκηνοθέτης. 20 χρόνια σχεδόν μετά την πρώτη μου επαφή μαζί του, θέλησα να ανεβάσω ξανά το έργο – ίσως γιατί τον ενθουσιασμό μου διαδέχεται πια μια αγωνία όλο και πιο έντονη, για όσα συμβαίνουν γύρω μας και μέσα μας. Σήμερα που κυριαρχεί ένα έντονο χνάρι εμφύλιας διαμάχης κάτω από οποιαδήποτε δημόσια συζήτηση, είτε πρόκειται για έναν μεταρρυθμιστικό νόμο, είτε για μια δήλωση ενός προβεβλημένου προσώπου ή ακόμα και για μια μορφή σάτιρας, η επικαιρότητα του έργου είναι συγκλονιστική. Κι όσο συνεχίζουμε να υποτιμάμε επιδεικτικά ο ένας τον άλλο μέσα στην ασφυκτική μας καθημερινότητα, αναζητώντας τη μεγάλη πράξη μόνο στη σφαίρα της ουτοπίας, η ομοψυχία αντί για προϋπόθεση θα εξακολουθεί να είναι συλλογικό αλλά και προσωπικό ζητούμενο ανέφικτο. Μάνος Καρατζογιάννης
Έγραψαν για την παράσταση :
Ένα βαθιά ελληνικό και γι' αυτό οικουμενικό έργο.
Η σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη συλλαμβάνει αυτό το στοιχείο και το δίνει καίρια. Αποφεύγει τη συνήθη παγίδα της εικονογράφησης με ωραίες αλλά νεκρές εικόνες για να φτάσει δια του λόγου στον πυρήνα μιας τραγωδίας που θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε στον κόσμο σήμερα, όπου η " νέα τάξη των πραγμάτων " συνθλίβει με την μπότα της τον ανυπεράσπιστο άνθρωπο. Η σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη πράγματι " κεντρίζει " την κρυμμένη τραγωδία για να την κάνει να " τρέξει". Και το πετυχαίνει. Η διδασκαλία και απόδοση των ρόλων είναι επίσης συγκλονιστικές. Ο Μάνος Καρατζογιάννης στον κεντρικό ρόλο του Παύλου, λιτός, απέριττος, διαμπερής, σχεδόν διαφανής, λάμπει χωρίς τίποτα περιττό. Η Σμαράγδα Σμυρναίου με τέλεια τεχνική και με συναίσθημα μετρημένο " στον πόντο ", χωρίς να περισσεύει κάτι ή να λείπει, αυτόφωτη, φωτίζει γύρω. Ο Γιώργος Ζιόβας, υποδειγματικός, διδάσκει πως χτίζεται λιθαράκι - λιθαράκι ένας δύσκολος ρόλος. Η Βάσω Καμαράτου, στέρεη, πλάθει ένα ανθρώπινο πρόσωπο με βάρος, βάθος, χρώμα. Η Ερμίνα Κυριαζή " οπλίζει " με αφοπλιστική φυσικότητα τον δικό της " φυσικό " ρόλο και... πυροβολεί. Ο Γιώργος Δεπάστας είναι τέλειος στην αρχιτεκτονική " αποτύπωση " του χαρακτήρα που ενσαρκώνει. Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη μπαίνει ορμητικά στο ρόλο με την αξία της. Ο νέος Γιάννης Τσουμαράκης, πιο ώριμος από ποτέ, συγκινεί και πείθει. Η εξαιρετική μουσική του Γιώργου Ανδρέου είναι φιλική στον λόγο, τα σκηνικά και τα κοστούμια του Άγγελου Αγγελή συνάδουν, τα ηχητικά του Αντώνη Παπακωνσταντίνου και τα φωτιστικά του Άγγελου Παπαδόπουλου, λειτουργικά.
Λέανδρος Πολενάκης, Κριτική θεάτρου / Με το κεφάλι στην πέτρα | Αυγή (avgi.gr)
****
Η σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη φέρει δυνάμει την παρακαταθήκη της προσωπικής του εμπλοκής με το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη- εκ των πραγμάτων είναι μια συναισθηματικά φορτισμένη σκηνοθεσία, που υποστηρίζεται από κάποιες εξέχουσες ερμηνείες, μια επαναφορά στο σήμερα ενός διαχρονικού έργου, που όλους μάς καθόρισε σε σημαντικό βαθμό.
Εκτός της πιστότητας του σκηνοθέτη προς το πρωτότυπο έργο, πρέπει να υπογραμμιστεί και το χιούμορ που η παράσταση αυτή αναδεικνύει, όπως και η τήρηση της χρονικότητας που υποβάλλει το κείμενο (σιωπές, κενά, χρονικές αποστάσεις, παύσεις και επιταχύνσεις πολύ επιτυχημένες). Κυρίως θα ήθελα να παρατηρήσω την απομάκρυνση από κάθε ρεαλιστική εξεικόνιση μιας πραγματικότητας που οφείλει να επικαιροποιηθεί: ως εκ τούτου, δεν πρόκειται για την αναπαράσταση μιας «εποχής», αλλά για τη διαχρονική παράθεση μιας προβληματικής, με τρόπο κατά το δυνατόν αφαιρετικό.
Είναι άξια επαίνου η επιμονή και η μαχητικότητα του Μάνου Καρατζογιάννη στο να προτείνει στο ελληνικό κοινό το ελληνικό πολιτικό έργο στη θέση της εμπορευματικής αξίας ενός εύπεπτου, άμεσα καταναλώσιμου πολιτιστικού προϊόντος.
Νίκος Ξένιος, «Η κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη και «PAVLOV, ή δύο δευτερόλεπτα πριν από το έγκλημα», του Γουστάβο Οτ (κριτική) – Δύο σημαντικές παραστάσεις στο θέατρο «Σταθμός» (bookpress.gr)
****
Η παράσταση του Μάνου Καρατζογιάννη συλλαμβάνει ωραία τις αντίρροπες δυναμικές που αναπτύσσονται στο έργο και ανασυστήνει με γλαφυρότητα το δραματικό σύμπαν(..) Η παράσταση έχει ρυθμό και σφρίγος, το έργο –αλλά και η γλώσσα- της Αναγνωστάκη σε στιγμές κόβουν την ανάσα και επιπλέον απολαμβάνουμε μερικές πολύ ωραίες ερμηνείες.
Τώνια Καράογλου, Η κασέτα - Κριτική - Athinorama.gr
****
Τίποτε από αυτά που συμβαίνουν στην παράσταση του Μάνου Καρατζογιάννη δεν μοιάζει επινοημένο. Ένα κείμενο και μια παράσταση που στέκουν στέρεα, δυνατά και απλά στα πόδια τους. Η καλή αρχιτεκτονική δεν έχει ανάγκη από φανταχτερά υλικά. Η «Κασέτα» δίνει το επίπεδο της παραστατικής ικανότητας του σκηνοθέτη που ελάχιστοι ομήλικοί του διαθέτουν. Γεμάτη αλήθεια και ρεαλισμό, αφελής έτσι όπως μόνον η πραγματικότητα μπορεί να την κάνει, τρυφερή και ανείπωτα ευαίσθητη, είναι μια παράσταση – ταυτότητα μιας εποχής. Βασική της δύναμη δεν είναι η πλοκή της ζωής του κάθε ήρωα ξεχωριστά, αλλά η διαπλοκή όλων –και των ανθρώπων που τους περιβάλλουν– μεταξύ τους: οι διασταυρώσεις, οι αποκλίσεις, και όλα τα αν. Κάθε εκδοχή της ιστορίας του Παύλου διατρέχει το κατακερματισμένο πεδίο της Ελλάδας των μέσων του 20ού αιώνα σε ένα μεγαλόπνοο έργο και μια παράσταση, που θυμίζει ανάλογες του Κάρολου Κουν, για το δικαίωμα στην ύπαρξη και τις ατελείωτες εκδοχές της, για τα όνειρα και τη σκληρότητα της ζωής. Όλοι οι ρόλοι, διδαγμένοι προσεκτικά, γίνονται εναλλάξ κορυφαίοι μιας άτυπης τραγωδίας στα μάτια ημών των ανιχνευτών «θησαυρών», κάτω από την επιφάνεια των εικόνων και των λέξεων.
Η γλώσσα της συγγραφέως, στην οποία ο σκηνοθέτης Μάνος Καρατζογιάννης έχει με σεμνότητα εντρυφήσει, φέρει τη ζωντάνια και τον ρυθμό της καθομιλουμένης με την προφορικότητα που διακρίνει τις καθημερινές εκφράσεις. Η Σμαράγδα Σμυρναίου είναι πραγματικά μια μεγαλειώδης ηθοποιός, την οποία καταχειροκρότησαν εκστασιασμένοι οι θεατές. Ένα ανεκτίμητο θεατρικό διαμάντι. Άψογη στο ρόλο της Μαρίτσας, γνήσια και αυθεντική. Μια ηθοποιός σπάνια και πολύτιμη για την προσφορά της στο ελληνικό θέατρο. Υπέροχη η Βάσω Καμαράτου με το λιτό, απλό αλλά αδρό παίξιμό της ως Βαγγελιώ. Η εκπληκτική Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη ενθουσίασε επίσης το κοινό και καταχειροκροτήθηκε. Ενσάρκωσε με δεινότητα την Κατερίνα, η οποία αποτελεί ένα πρόσωπο-σύμβολο μιας προσωπικής/συλλογικής πληγής που προσπαθεί να βρει την ακολουθία της σ’ ένα ασαφές σήμερα. Η Ερμίνα Κυριαζή ως Καίτη εντυπωσίασε. Μια ικανότατη ηθοποιός που αξίζει να έχει στις τάξεις του κάθε θίασος. Ρεαλιστικό, αφοπλιστικό και ειλικρινές το παίξιμό της. Ο Μάνος Καρατζογιάννης στο ρόλο του Παύλου ήταν συγκλονιστικός, δείχνοντας μια ενέργεια απίστευτη, εξαιρετικές φωνητικές δυνατότητες, αστείρευτη κίνηση και μια τολμηρή προσέγγιση του ήρωα. Αληθινός, συγκλονιστικός και πειστικός ο πατέρας του Γιώργου Ζιόβα. Πολύ καλός ο ικανότατος Γιώργος Δεπάστας. Ερμήνευσε με ένταση και ορμή τον Σπύρο. Εξαιρετικός αποδείχτηκε ο στον ρόλο του μικρού αδελφού ο ταλαντούχος Γιάννης Τσουμαράκης.
Ειρήνη Αϊβαλιώτου, «Η Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη. Το ζωντανό ψηφιδωτό μιας ολόκληρης εποχής - Cat Is Art
****
Με τα χαρακτηριστικά ενός αντιεξουσιαστικού θεατρικού συγγράμματος, «Η κασέτα» στηλιτεύει την αναπόφευκτη ιδεολογική κατάρρευση των πάγιων πολιτικών και κομματικών εφαρμογών, το επιφανειακό ιλουστρασιόν μιας μίζερης και αξιολύπητης αγωνίας για επιβεβαίωση εξουσίας και την αδυσώπητη πνευματική παρακμή που φέρνει ο ισχυρός δηθενισμός. Μπορεί άνετα να οριστεί ως ένα υπαρξιακό εξεργετικό ψυχογράφημα, με έντονες δόσεις επαναστατικής διάθεσης.
Όταν έχεις ένα ιδιαίτερα δυνατό έργο, με αξιόλογο κείμενο, για να το κάνεις όχι απλώς να διακριθεί, αλλά να εκτοξευτεί, του οφείλεις μια εμπνευσμένη σκηνοθεσία. Και αυτό ήταν και το στοίχημα του Μάνου Καρατζογιάννη, [γνώστης της δραματουργίας της Λούλας Αναγνωστάκη], γιατί κατάφερε να αναδείξει το θεματικό ιστό του συγγράμματος υπηρετώντας το τρίπτυχο λόγος, έκφραση, κίνηση, άλλοτε με μέτρο και άλλοτε με πάθος.Πρέπει να υπογραμμιστεί η εικονοποίηση του δραματουργικού βάθους και ο τρόπος με τον οποίο ο σκηνοθέτης τοποθετεί το έργο σε ένα πλαίσιο με τα γνωρίσματα μεν της τότε εποχής, αλλά και με μια πνοή και ύφος που αφορά σε μια οποιαδήποτε άχρονη ιστορική περίοδο. Ο θεματικός πυρήνας του θεατρικού πονήματος επικεντρώνεται στην οδυνηρή υπαρξιακή αναζήτηση του Παύλου, με χαρακτήρα ασυμβίβαστο που νοιώθει να συντρίβεται και να χάνει την προσωπική του ταυτότητα, υπό το βάρος του καθωσπρεπισμού σε μικροαστικό σύμπαν. Παράλληλα συνυπάρχουν διάφορα περιφερειακά θέματα σχέσεων, κοινωνικά, ηθικά και πολιτικά, ενδεικτικά ενός γενικότερου προβληματισμού. Η γραμμή που ακολουθεί ο Καρατζογιάννης απέχει από οποιαδήποτε νεωτεριστική ή υπερβολική τακτική οργάνωσης, έτσι ώστε η σκηνική δράση να έχει την αυτοτέλειά της, ο αφηγηματικός λόγος να είναι χορταστικός, ακουμπώντας εντελώς στο συναισθηματικό τοπίο του θεατή. Και καθώς η συγγραφέας ανατέμνει σύμβολα και μύθους που έχουν εξασφαλίσει θέση περίοπτη στο συλλογικό θυμικό, ο σκηνοθέτης με στιβαρότητα και ευθύνη υπηρετεί αυτό το σκηνικό. Το διανθίζει με το απαραίτητο απογνωσιακό στοιχείο, αλλά και με αίσθημα σαρκασμού και προσεγμένης ιλαρότητας, μέσα από τα διλήμματα της διαμορφωμένης πλασματικής ζωής.
Μία συντονισμένη ομάδα ταλαντούχων ηθοποιών, αναδεικνύει το εύρος της υποκριτικής τους δεινότητας, υποστηρίζοντας με θέρμη τη δραματικότητα του έργου. Και αυτή η αναμεταξύ τους ενέργεια περνάει αβίαστα στο κοινό, το σημαντικότερο στοιχείο για μια ανεξίτηλη θεατρική εμπειρία.
Ζωή Τόλη, Είδαμε την παράσταση «Η κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη, στο θέατρο Σταθμός, σε σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη | Enetpress
***
Ο Μάνος Καρατζογιάννης στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Παύλου έχει μία ερμηνεία πολλών καρατίων. Οι προβληματισμοί και η αγωνία της ψυχής του καθρεφτίζονται στο πρόσωπο και στα μάτια του. Το ίδιο και οι εκρήξεις του. Είναι μία από τις πολύ σημαντικές ερμηνείες του Μάνου Καρατζογιάννη. Ενσαρκώνει άψογα τον ψυχισμό του ήρωά του. Ναι, ο Μάνος Καρατζογιάννης έχει την στόφα του μεγάλου ηθοποιού και μας το αποδεικνύει περίτρανα για άλλη μια φορά. Καίριος και πειστικός ο Γιώργος Ζιόβας, στον ρόλο του ηλικιωμένου πατέρα, πρώην ταγματασφαλίτη και που η ζωή του άλλαξε μετά το εγκεφαλικό. Η Σμαράγδα Σμυρναίου, η Μαρίτσα, η μάνα, η μόνη φωτεινή πλευρά της ζωής, αγωνιά για τα παιδιά του άνδρα της που τα νιώθει και τα προστατεύσει σαν δικά της παιδιά. Είναι η ηρωίδα που παλεύει για ένα καλύτερο μέλλον. Η αισιόδοξη πλευρά της ζωής. Η Σμαράγδα Σμυρναίου μας χαρίζει μία μεστή, πειστική, εξαιρετική ερμηνεία που μας συγκινεί. Ο Γιώργος Δεπάστας στον ρόλο του αριστερού φίλου της οικογένειας. Ειρωνικός, υποτιμητικός για τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου. Ένας λαϊκός τύπος που δεν παραδέχεται τα σφάλματά του. Μια καλοδουλεμένη ερμηνεία με απίστευτη σκηνική άνεση. Η Ερμίνα Κυριαζή ενσαρκώνει με βαθειά ενσυναίσθηση την Καίτη, μια γυναίκα χωρίς μόρφωση που δουλεύει ολημερίς για μια καλύτερη ζωή. Τo ξέσπασμά της στα ειρωνικά σχόλια του αριστερού συντρόφου της είναι συγκλονιστικό. Μια δυναμική γυναίκα σε μια δυναμική ερμηνεία που μαγνητίζει. Η Βάσω Καμαράτου, η Βαγγελιώ, η ξαδέλφη που μόλις ήρθε στην Αθήνα από το χωριό της, είναι η κακοποιημένη σύζυγος. Μια ερμηνεία αληθινή και συγκινητική. Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, η δεκαοκτάχρονη Κατερίνα είναι ερωτευμένη με τον Παύλο και τον βλέπει καθημερινά να αλλάζει και να κλείνεται στον εαυτό του. Χτίζει με μαεστρία και σκηνική άνεση τον ρόλο της. Μια νεαρή ηθοποιός με μεγάλο ταλέντο υποκριτικής. Ο Γιάννης Τσουμαράκης είναι ο νεαρός Γιωργάκης. Ο μικρός γιος της οικογένειας που λατρεύει την ζωή και τον Ολυμπιακό. Εξαιρετικός στον ρόλο ενός νέου με ζωή και όνειρα. Μια σκηνική παρουσία γεμάτη ορμή. Η παράσταση «Η Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη είναι μια εξαιρετική παράσταση που αγγίζει τις ψυχές μας. Μας συγκινεί και μας συγκλονίζει. Μια παράσταση – διαμάντι όπως μας έχει συνηθίσει το θέατρο ΣΤΑΘΜΟΣ τα τελευταία χρόνια.
Βίβιαν Μητσάκου, Είδα την παράσταση «Η ΚΑΣΕΤΑ» - Theater Project 365
****
Η παράσταση ακολουθεί μια εξαιρετική ροή, έχει ρυθμό, εντάσεις που εξυπηρετούν το έργο καθώς οι ηθοποιοί κλιμακώνουν ανά σκηνή δίνοντας χώρο στην δραματουργία να ανελιχθεί. Είναι ενδιαφέρον πως αποκλίνουν από την πιθανότητα ενός ερμηνευτικού κρεσέντο προς χάριν της δραματουργίας, όλοι μαζί σε ένα πραγματικό θέατρο συνόλου. Τα σκηνικά και τα κοστούμια (Άγγελος Αγγελής) μεταφέρουν απόλυτα το ρεαλιστικό στοιχείο του έργου, αλλά οι φωτισμοί (Άγγελος Παπαδόπουλος) φέρουν το στοιχείο του αντι-ήρωα Παύλου και της πάλης προς την Μεγάλη Πράξη. Η μουσική (Γιώργος Ανδρέου) είναι σημείο κατατεθέν της πορείας και της ζωής της συγγραφέα, καθώς τα κομμάτια που επιλέγονται σχετίζονται ποικιλοτρόπως με την ίδια ή τον Γιώργο Χειμωνά. Το έργο της Αναγνωστάκη επανέρχεται δυναμικά ξανά και ξανά στις ελληνικές θεατρικές σκηνές, δείχνοντας την προτίμηση κοινού και συντελεστών για την δραματουργία της, “[...] Γιατί τα βασικά υλικά της Αναγνωστάκη είναι η αλήθεια, η αξιοπρέπεια και η δύναμη ψυχής [...]” όπως γράφει και η Ειρήνη Μουντράκη. Η παράσταση που σκηνοθετεί ο Μάνος Καρατζογιάννης φέρει περίτρανα την ιστορικότητα του έργου, ως προς το πολιτικό - κοινωνικό γίγνεσθαι, και φωτίζει διακριτικά την ποιητικότητα της ύπαρξης του Παύλου, το μετέωρο πριν την Μεγάλη Πράξη, την συστροφή της συναναστροφής.
Νάγια Παπαπάνου, Η Κασέτα - Κριτική (boemradio.com)
****
Ο Μάνος Καρατζογιάννης διεισδύει τόσο σκηνοθετικά, όσο κι ερμηνευτικά στο έργο, περνώντας τα νοήματα του αλλά και τη σημασία που έχει στο σήμερα. Κέντρο βάρος του ο άνθρωπος, οι αξίες της ζωής, αλλά και η προσαρμογή απλών ανθρώπων από την επαρχία στην πόλη, την περίοδο μετά τον Εμφύλιο.Τα πρόσωπα του έργου είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που μπορεί να τους συναντήσεις και στο σήμερα. Το έργο μπορεί να μιλάει για τη ζωή της Αθήνας το 1980, αλλά αντέχει στον χρόνο και πραγματεύεται διαχρονικά ζητήματα. Αυτό βγαίνει επί σκηνής, μέσα από την άρτια σκηνοθεσία, αλλά και τις καλοδουλεμένες ερμηνείες των ηθοποιών. Η παράσταση έχει ροή, ένταση, πολλή σκέψη, αλλά κι έντονο προβληματισμό. Δεν είναι τυχαίο που αυτό το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη είναι αναρχικό αλλά και καθόλα ανατρεπτικό. Χωρίς υπερβολές και υπεκφυγές, η παράσταση ξεχωρίζει για τη ζωντάνια, την αμεσότητα και την παραστατικότητα, αφού κερδίζει σε λόγο και ερμηνευτική προσέγγιση. Επί σκηνής, απολαμβάνουμε ηθοποιούς διαφορετικών γενεών που ενώνουν το ταλέντο τους και με την εξαιρετική τους χημεία, κερδίζοντας το πιο δυνατό μας χειροκρότημα. Το έργο ακροβατεί ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα. Ο κλαυσίγελος επικρατεί στα πρόσωπα των θεατών κι όχι άδικα. Τα όσα πραγματεύεται το έργο και η παράσταση μας απασχολούν ακόμη και σήμερα. Η θέση της γυναίκας στην κοινωνία, η πατριαρχία και τα κατάλοιπά της, η κοινωνική μόρφωση, κ.α. Η παράσταση έχει έντονες στιγμές, αλλά και πολλή δόση χιούμορ. Αυτό δεν τη καθιστά μονότονη, ενώ θα βγεις από το θέατρο συγκινημένος και γεμάτος σκέψεις. Ένα νεοελληνικό έργο με ουσία, παίρνει σάρκα και οστά και μας διδάσκει πως οι λέξεις αποκτούν φωνή όταν τις χρειαζόμαστε. Και ειδικά όταν αυτές οι λέξεις επιθυμούν ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!
Θάνος Ξάνθος, Η Κασέτα: Είδαμε την παράσταση - Οι εντυπώσεις μας (youfly.com)
****
Από αυτή την άποψη, τα καλογραμμένα έργα αντέχουν στον χρόνο, ειδικά όταν ευτυχήσουν να βρουν παθιασμένους θεατρανθρώπους αποφασισμένους να τα εκσυγχρονίσουν σε αποδεκτές σκηνικές πραγματώσεις σε παρόντα χωροχρόνο. Εκείνο το «εδώ και τώρα» που πρωτακούσαμε στον πολιτικό λόγο την δεκαετία τού 1980 σηματοδοτεί πλέον τα γραπτά και τα παραστατικά μας δρώμενα (ακόμα και τα διανοητικά παραστρατήματά μας εκτός νοησιαρχικών πλαισίων). Αξιέπαινοι όλοι οι συντελεστές που κινήθηκαν σε αυτή τη ρηχή σκηνή σχεδόν μετωπικά σε άψογες κινησιογραφίες. Τα ονόματά τους αξίζουν κάθε ευφήμου μνείας: Ερμηνεύουν (αλφαβητικά): Γιώργος Δεπάστας, Γιώργος Ζιόβας, Βάσω Καμαράτου, Μάνος Καρατζογιάννης, Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, Ερμίνα Κυριαζή, Σμαράγδα Σμυρναίου, Γιάννης Τσουμαράκης. Αποτελεσματικότατα συνεργάστηκαν (ως φαίνεται) οι συντελεστές αυτής τής ιστορίας σηματοδοτήσεως παραστάσεως. Μην το χάσετε!!! Μπορεί τα πράγματα να άλλαξαν, τα προβλήματα όμως παραμένουν κι οι βαθιά ριζωμένες παθογένειες αθεράπευτες δυσχεραίνουν εισέτι τη ζωή μας. Ανακαλύψτε αυτό το διόλου παραμυθικό σύμπαν τής ηθελημένα αινιγματικής Λούλας Αναγνωστάκη.
Κωνσταντίνος Μπούρας, ✩ «Η ΚΑΣΕΤΑ» της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη στο πάντα αναζητητικό και περιζήτητο «Θέατρο Σταθμός». • Fractal (fractalart.gr)
****
Μαρία Μαρή, «Η Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη. Παράσταση που όλοι πρέπει να δουν και να προβληματιστούν - Cat Is Art
Συνολικά, ήταν μια παράσταση που επέλεξε τον ρεαλιστικό δρόμο αλλά άγγιξε με σεβασμό και αγάπη το συγκλονιστικό κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη και μας το χάρισε ατόφιο.
****
Συνολικά, ήταν μια παράσταση που επέλεξε τον ρεαλιστικό δρόμο αλλά άγγιξε με σεβασμό και αγάπη το συγκλονιστικό κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη και μας το χάρισε ατόφιο.
Όλγα Σελλά, «Η κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη εξακολουθεί να παίζει (της Όλγας Σελλά) | ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ (oanagnostis.gr)
****
Το 1982 έγραψε το έργο η Λούλα Αναγνωστάκη, έναν χρόνο αργότερα από τη σαρωτική έλευση του "ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά" ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Κι αν η συγγραφέας, παρατηρώντας προσεκτικά τα γεγονότα και τις συνθήκες, προέβλεπε χωρίς να το γνωρίζει όλα όσα θα ακολουθούσαν, ο Μάνος Καρατζογιάνης, στην τρυφερή αυτή ανάγνωση του κλασικού θεατρικού, έχει το πλεονέκτημα να σχολιάσει από το δικό μας παρόν τις τέσσερις δεκαετίες που μεσολάβησαν. Η "Κασέτα" στο θέατρο Σταθμός, διαδραματίζεται σαφώς στα '80s, αλλά κατά κάποιον μαγικό τρόπο μέσα από τη θεώρηση με την οποία τα αναπολούμε σήμερα. Εάν η Λούλα Αναγνωστάκη από το δικό της παρόν έκανε προβολή στο δικό μας σήμερα, ο Μάνος Καρατζογιάννης σχολιάζει και καυτηριάζει το δικό μας τώρα ανατρέχοντας στο παρελθόν, κι αυτό είναι που καθιστά το δικό του ανέβασμα μοναδικό. Όμως, υπάρχουν ακόμα δύο στοιχεία που κάνουν την παράσταση να ξεχωρίζει. Από τη μία είναι το χιούμορ του, υπόγειο, μαύρο αλλά πανταχού παρόν, να ενισχύει την αληθοφάνεια αλλά και τη vintage ματιά του στο παρελθόν, με υπαινικτικές ερμηνευτικές αναφορές στις ταινίες της εποχής. Από την άλλη, είναι διάχυτη όπως πάντα η ειλικρινής και βαθιά ευαισθησία με την οποία "διαβάζει" τους ανθρώπους σε κάθε παράσταση που σκηνοθετεί. Όπως έπραξε και στο υπέροχο "Γάλα" λίγους μήνες νωρίτερα, έτσι και στην "Κασέτα" δεν φοβάται το συναίσθημα ούτε διστάζει να βρει τις πιο στρογγυλεμένες γωνίες στους χαρακτήρες που διαχειρίζεται, εμβαθύνοντας στο σύνολο της ύπαρξής τους και φωτίζοντας όποιο ίχνος καλοσύνης τούς έχει απομείνει.
Επί σκηνής, στον ρόλο του Παύλου, ο Μάνος Καρατζογιάννης δίνει χρόνο στον εαυτό του να μπει στο κέντρο του προβολέα, σερβίροντας μικρές δόσεις του χαρακτήρα έως ότου εφορμά με ψυχική δύναμη και ερμηνευτική λιτότητα στη δεύτερη πράξη, όταν η φυσικότητα με την οποία αποδίδει λέξεις και η ειλικρίνεια του βλέμματος αποκαλύπτουν τον Παύλο στην ολότητά του, απόλυτα συνειδητοποιημένο και απελευθερωμένο. Απλά σπουδαία η Σμαράγδα Σμυρναίου στον ρόλο της Μαρίτσας, σε κάνει να πιστεύεις πως κρυφοκοιτάς το σπιτικό της και παρακολουθείς τη ζωή της εν αγνοία της. Υπέροχη στις ερμηνευτικές εναλλαγές της κάθε φορά που απευθύνεται σε διαφορετικό άτομο, μας κάνει δώρο μια συναρπαστική στο κάθε της δευτερόλεπτο Μαρίτσα, χειριστική, μητριαρχική, αλλά τίμια και ξεκάθαρη στις προθέσεις της. Εξίσου συναρπαστική η Καίτη της Ερμίνας Κυριαζή, βαθιά εναρμονισμένη με τον χρόνο δράσης του έργου και με ερμηνευτικές αναφορές σε αντίστοιχους ρόλους του τότε στο σινεμά ή στην τηλεόραση, χτίζει σταδιακά τον χαρακτήρα της για να φτάσει στην κορύφωση της δεύτερης πράξης όταν απλά σε αφήνει άφωνο με τη συγκρατημένη αλλά εξουθενωτική ψυχικά έκρηξη που επιφυλάσσει. Ο επί σκηνής σύντροφός της Γιώργος Δεπάστας, στον ρόλο του οικογενειακού φίλου και κολλητού του Παύλου, του Σπύρου, προσφέρει μια ξεκάθαρη και σταθερά ρεαλιστική ερμηνεία, έξυπνα επιφανειακή φαινομενικά, όσο επιφανειακά διαχειρίζεται και ο ίδιος τη ζωή του αλλά και όσο επιφανειακή και ανερμάτιστα αλαζονική είναι και η συμπεριφορά του. Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, στον ρόλο της εμμονικά ερωτευμένης με τον Παύλο Κατερίνας, φλερτάρει επιτυχώς με την υπερβολή χωρίς να ξεπερνά τα όρια, έχοντας να διαχειριστεί έναν ούτως ή άλλως ακραίο χαρακτήρα, φορτικό, ανεύθυνο και εκνευριστικά εγωιστή. Στον ρόλο της μητέρας της και αδελφής της Μαρίτσας, η Βάσω Καμαράτου καταφεύγει σε μια ερμηνεία ήπιου πόνου βγαλμένη λες από τα ελληνικά μελό με τα οποία μεγάλωσε η Βαγγελιώ, κουβαλώντας στους ώμους της μια ζωή κρυμμένη στη σκιά και ένα μυστικό που δεν ειπώθηκε ποτέ. Ορμητικός και αθώα συγκινητικός ο Γιάννης Τσουμαράκης στον καταλυτικό ρόλο του Γιώργου, του έφηβου αδελφού του Σπύρου, νιώθει τόσο πολύ τον χαρακτήρα του που νομίζεις πως ταξίδεψε στο σήμερα από τα "Τσακάλια" του Δαλιανίδη. Θεατρικής αρμονίας και ειδικού βάρους η παρουσία του Γιώργου Ζιόβα στον ρόλο του πατέρα, ο οποίος επιφυλάσσει και μια συνταρακτική σκηνή.
Μάνος Θηραίος, Θέατρο - Η κασέτα (2024) (mymovie-diary.blogspot.com)
****
«Η Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη ειναι ένα από τα σημαντικότερα νεοελληνικά κείμενα καθώς περιγράφει με γλαφυρότητα μία ολόκληρη εποχή. Αυτόν τον καιρό μπορείτε να παρακολουθήσετε την παράσταση «Η Κασέτα» στο θέατρο Σταθμός, σε σκηνοθεσία Μανού Καρατζογιάννη, με έναν θίασο που ζωντανεύει αυτό το υπέροχο κείμενο και φέρνει μπροστά στα μάτια των θεατών όλα τα συναισθήματα, τις μυρωδιές, και τις εικόνες της εποχής. Από την αρχή, βουτάμε την καθημερινότητα μίας εκτεταμένης οικογένειας που προσπαθεί να ζήσει. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για τον καθένα τους. Ο κεντρικός χαρακτήρας, ο Παύλος, προσπαθεί να ξεφύγει από μία καθημερινότητα που τον πνίγει με το να γράφει κασέτες με την φωνή του απευθυνόμενος σε έναν -όχι και τόσο-φανταστικό του φίλο. Χάρη στην υποκριτική δεινότητα του Μανού Καρατζογιάννη βλέπουμε την εξέλιξη αυτού του χαρακτήρα που εγείρει την συμπάθεια και την κατανόησή μας μέχρι το τέλος. Όμως όλοι χαρακτήρες είναι γραμμένοι με τόση μαεστρία που φαίνεται να είναι εξίσου σημαντικοί στη διάρκεια του έργου. Η Σμαραγδα Σμυρναιου ερμηνεύει συγκλονιστικά την Μαρίτσα. Μια γυναίκα που καταφέρνει να επιβιώνει και να προσφέρει στους γύρω της με όποιον τρόπο μπορεί. Είναι η μάνα, η θεία, η αδελφή που όλοι θα ήθελαν να έχουν. Έχοντας περάσει μία ζωή όπου έβαζε πάντα τους άλλους μπροστά καταφέρνει σε μεγάλη ηλικία να κάνει ένα όνειρό της πραγματικότητα κάνοντας μια καινούργια αρχή, και γεμίζοντας με ελπίδα τους θεατές. Μία ξεχωριστή νότα φέρνει στο έργο ο χαρακτήρας της Καίτης. Η Ερμίνα Κυριαζή καταφέρνει να δικαιώσει την Καίτη δίνοντας της, με την αφοπλιστική ερμηνεία της, τον χώρο να πρωταγωνιστήσει και εκείνη. Η Καίτη μέσα από τον υπέροχα γραμμένο και υπέροχα παιγμένο μονόλογό της, μιλά βαθιά στις καρδιές του κόσμου και διαλύει οποιαδήποτε αρχική εικόνα έχει κάποιος για εκείνη. Από την άλλη πλευρά ο Σπύρος, ο σύντροφός της Καίτης και φίλος του Παύλου, είναι ένας λαϊκός τύπος που προσπαθεί να μικρύνει τους άλλους -και κυρίως την Καίτη- επειδή νιώθει ο ίδιος πολύ μικρός. Ο Γιώργος Δεπάστας, με την πειστική ερμηνεία του, καταφέρνει να κάνει τον Σπύρο συμπαθή αρχικά, αλλά έπειτα να τον ξεγυμνώσει όπως χρειάζεται. Ένα από τα πιο τραγικά κομμάτια της ιστορίας έχει πρωταγωνιστές τον Γιωργάκη τον μικρό αδερφό του Παύλου και τον μπάρμπα-Τάσο τον πατέρα τους. Ο Γιάννης Τσουμαρακης ως Γιωργάκης φέρνει με απόλυτη επιτυχία στη σκηνή την ενέργεια, την αφέλεια, το πάθος της νεότητας. Ταυτόχρονα, ο Γιώργος Ζιοβας κουβαλώντας την υποκριτική του πείρα δίνει στον συντηρητικό μπάρμπα Τάσο μια υποβόσκουσα γλυκά που κάνει τη σκηνή με τον χαμηλών τόνων θρήνο του ακόμα πιο δυνατή. Στη συνέχεια, έχουμε την Βαγγελιώ, αδελφή της Μαρίτσας και την κόρη της Κατερίνα. Η Βάσω Καμάρατου αποδίδει το ρόλο της Βαγγελιώς με ηρεμία και ένα υποκριτικό ύφος που σε ταξιδεύει με έναν όμορφο τρόπο στην εποχή που έζησαν οι χαρακτήρες. Από την άλλη, η ταλαντούχα Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη ως η γυναίκα που άλλαξε με το έτσι θέλω την πορεία της ζωής του Παύλου. Η Κατερίνα ξεκινάει με μία νευρικότητα η οποία καταλήγει σε νεύρωση μέχρι το τέλος του έργου, αλλά σε όλη αυτήν την πορεία βλέπουμε την βαθιά της αγάπη/εμμονή για τον Παύλο. «Η Κασέτα» στο θέατρο Σταθμός είναι μια παράσταση που αξίζει να δείτε για το χθες που κουβαλάει, αλλά και για τη συνομιλία της με το σήμερα και το αύριο.
Στέλλα Τρέχα, Είδαμε την παράσταση «Η Κασέτα» στο θέατρο Σταθμός | ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ | deBóp (debop.gr)
****
Εξαιρετική η επιλογή του Μάνου Καρατζογιάννη το έργο “Η Κασέτα” της Λούλας Αναγνωστάκη. Επίσης, επιτυχής και η επιλογή των ηθοποιών. Ερμηνείες και σκηνοθεσία, άρτια. Διαπραγματεύεται θέματα της ελληνικής οικογένειας που προκύπτουν και λύνονται ή παλεύεται η λύση τους γύρω από ένα τραπέζι. Ό ίδιος υποδύεται τον κεντρικό ήρωα, τον Παύλο. Μικρός ορφάνεψε από μητέρα. Αυτό τον σημάδεψε για πάντα, καθώς και η ζωή, στο μικρό χωριό που ζούσαν. Τώρα πια στην Αθήνα, προσπαθεί ν’ αποδράσει από την καθημερινότητα καταγράφοντας τις σκέψεις του σε ένα κασετόφωνο. Σκέψεις που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την καταπίεση που υφίσταται από τους γύρω του: από την αρραβωνιαστικιά του που μένει έγκυος και τον υποχρεώνει να την παντρευτεί, τους φίλους του, τον άρρωστο πατέρα ή ακόμη και από τον θάνατο του αδελφού του, που σκοτώθηκε πανηγυρίζοντας τη νίκη μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Ο ρόλος της μητέρας καταλυτικός. Μια μητριά, που στάθηκε πραγματική μητέρα με αγάπη κι αφοσίωση σ’ εκείνον και στον μικρότερο αδερφό του. Μια μάνα που ασχολήθηκε ουσιαστικά να μάθει και να φροντίσει αυτά τα παιδιά, παρότι δεν τα γέννησε, κρατώντας στοιχειώδη αρμονία στην οικογένεια. Ο πατέρας, μετά από εγκεφαλικό, δεν χάνει ευκαιρία να κατηγορήσει την νέα γενιά, όπως γίνεται συνήθως και να υπερηφανεύεται που αγωνίστηκε και πολέμησε για την ελευθερία της πατρίδας. Για τον Παύλο δεν υπάρχει διαφυγή ούτε έξω από το σπίτι αφού και η πόλη ολόκληρη με τους θορύβους της τον πνίγει. Απομονώνεται σταδιακά στο δωμάτιό του για να ακούει τις κασέτες με τις σκέψεις του, κασέτες που θέλει να τις στείλει στον “ηρωποιημένο” Τούρκο δολοφόνο που ταυτίζει με έναν μουσουλμάνο συμμαθητή του. Η αυτοκτονία θα αποτελέσει τελικά πράξη λύτρωσης. Αυτό που προκύπτει τελικά από αυτήν την όμορφη και άρτια παράσταση, είναι πως, μέσα στην ασφυκτική καθημερινότητα που ζούμε, ο ένας υποτιμά επιδεικτικά τον άλλον, για να ξεχωρίσει, με αποτέλεσμα ν’ απομακρύνεται η ομοψυχία και να κυριαρχεί ο ατομισμός. Μια παράσταση που γεμίζει την ψυχή του θεατή. Μην τη χάσετε.
Πόπη Αρωνιάδη, "Η Κασέτα" στο Θέατρο Σταθμός - slpress.gr
****
Μύρισε Λούλα Αναγνωστάκη... άνοιξη στο Μεταξουργείο... Δεν ξέρω αν υπάρχει θεατρικό έργο που να αποτυπώνει καλύτερα τη συμπιεσμένη κοινωνία των αρχών της δεκαετίας του 1980 στην Αθήνα...
''Η κασέτα'', τίτλος του κειμένου και αντικείμενο - σύμβολο εκείνης της εποχής μαζί με το κασετόφωνο, τη μηχανή την τετρακοσάρα, το μπλουζάκι χωρίς μανίκια με τα μπράτσα έξω, τα χαρακτηριστικά γυαλιά ηλίου που φορούσαν οι νεότεροι άντρες, τις αυλές που ακόμα καλά κρατούσαν αλλά και τα πειρατικά ταξί...
Δύο ώρες που κυλούν σαν νερό (και χωρίς διάλειμμα, δεν κουράζεται ο θεατής ούτε λεπτό, τελειώνει, έρχεται η ώρα της υπόκλισης και αναρωτιέσαι πότε και πώς πέρασε η ώρα...)
Μια παράσταση - ταξίδι, μια παράσταση – όνειρο.
Μαρίνα Αποστόλου, Facebook
****
Η «Κασέτα» της Αναγνωστάκη είναι ένα έργο αντάξιο της «Αυλής των Θαυμάτων»: εξηγεί το Νεοέλληνα στη ρίζα του με τον πιο αφοπλιστικό τρόπο. Είμαστε τυχεροί που έχουμε τον Μάνο Καρατζογιάννη να την κατανοεί τόσο βαθιά. Γενικά δείτε την να καταλάβετε ποιοι είμαστε. Γεράσιμος Ευαγγελάτος, Facebook
****
Από τις παραστάσεις που αξίζει να παρακολουθήσει το θεατρόφιλο κοινό.
Γιώργος Χριστόπουλος, ΕΙΔΑΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ «Η ΚΑΣΕΤΑ» ΤΗΣ ΛΟΥΛΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ, ΣΕ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΜΑΝΟΥ ΚΑΡΑΤΖΟΓΙΑΝΝΗ - theatrikaprogrammata